Η δε διαδικασία θα είναι ένα υπόδειγμα πολιτικού και νομικού πολιτισμού και οδηγός για τον τρόπο που θα πρέπει να επιτυγχάνεται μια συνταγματική αναθεώρηση. Με συνεργασία, αμοιβαίες υποχωρήσεις, ευρεία συναίνεση με στόχο μόνο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη χώρα και τους πολίτες.
Ως Έλληνας που έχω ζήσει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό, στην Ιταλία και στη Σουηδία, είμαι και προσωπικά ευαισθητοποιημένος. Ξέρω πάρα πολύ καλά, ότι οι Έλληνες του εξωτερικού τρέφουν τεράστια αγάπη για την Ελλάδα και έχουν τη διαρκή επιθυμία να αισθάνονται κομμάτι της. Γι’ αυτό, προσπαθούν να διατηρήσουν τους δεσμούς με την πατρίδα τους και να συμμετέχουν με όποιον τρόπο μπορούν στα εσωτερικά δρώμενα και στις εσωτερικές της εξελίξεις.
Η δυνατότητα να ψηφίζουν στις εκλογές της χώρας καταγωγής τους έχει αποτελέσει ένα πάγιο αίτημα των απανταχού Ελλήνων του εξωτερικού εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Η ψήφος, εξάλλου, είναι θεμελιώδης ενέργεια του ενεργού πολίτη και σηματοδοτεί τη συμμετοχή του στη διαμόρφωση της φύσης και του τρόπου διακυβέρνησης της χώρας.
Πρόκειται, όμως, για ένα θέμα που έχει και ηθική σημασία. Δεν μπορεί, από τη μία, να ζητάμε από τους απόδημους Έλληνες να χρησιμοποιούν την τεράστια δύναμη και επιρροή που έχουν προς όφελος της πατρίδας μας και, από την άλλη, να μην τους αφήνουμε να έχουν λόγο μέσω της ψήφου τους στα δρώμενα της Ελλάδος. Αποτελούν, εξάλλου, πρεσβευτές της χώρας μας στο εξωτερικό, με όλη τη σημασία της λέξης.
Το ζήτημα έρχεται ακόμα πιο έντονα στην επικαιρότητα τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων, όπου καταγράφεται ένα νέο κύμα μετανάστευσης νέων ανθρώπων και μάλιστα υψηλής μόρφωσης από την Ελλάδα στο εξωτερικό. Μπορεί, άραγε, κανείς να στερήσει από αυτούς τους ανθρώπους το δικαίωμα λόγου στη χώρα τους;
Ωστόσο, πέρα από την αυτονόητη σημασία του, επιτρέψτε μου να χαρακτηρίσω το θέμα της ψήφου των αποδήμων «παρωχημένο», καθώς το έχουν ήδη κάνει πράξη οι περισσότερες χώρες της Δύσης. Κι εμείς ερχόμαστε εδώ να «εφεύρουμε την πυρίτιδα» και, μάλιστα, αμφισβητούμε τη φερεγγυότητα και την αδιαβλητότητα της επιστολικής ψήφου, που θα αποτελούσε μια σοβαρή τομή στη διαδικασία, τη στιγμή που άλλες χώρες έχουν φτάσει στην ηλεκτρονική ψήφο.
Η εφαρμογή ηλεκτρονικών εκλογών είναι πλέον γεγονός στην Ευρώπη και αναμένεται να έχει τεράστια θετική επίδραση στην αύξηση της συμμετοχής των ψηφοφόρων, στο αδιάβλητο της διαδικασίας, στη μυστικότητα της ψήφου αλλά και στη μείωση του τεράστιου οικονομικού κόστους των εκλογών.
Το κόμμα μας είναι αυτό που πρώτο ζήτησε να έλθει το θέμα της ψήφου των αποδήμων στη Βουλή, κάνοντας συγκεκριμένες και ξεκάθαρες προτάσεις:
$1- εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους,
$1- προσμέτρηση της ψήφου στο εκλογικό αποτέλεσμα,
$1- εκλογικές περιφέρειες ή εκλογική περιφέρεια εξωτερικού και
$1- επιστολική ψήφο.
Δεν μπορώ να μην σχολιάσω την υποκριτική στάση της προηγούμενης πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ, που ενώ έσπευσε να προτείνει εμπλουτισμένες διατάξεις για τα κοινωνικά δικαιώματα, που ήδη είναι κατοχυρωμένα συνταγματικά ως προς τη βάση τους, για το ύψιστο δικαίωμα της ψήφου πρότεινε να μην προσμετράται στο εκλογικό αποτέλεσμα η ψήφος των Ελλήνων του εξωτερικού. Πρότεινε, με λίγα λόγια, να παραβιαστεί η ισότητα και η ισοδυναμία της ψήφου, που ήδη το Σύνταγμα έχει κατοχυρώσει.
Και, βέβαια, υπό τον φόβο της πολιτικής απομόνωσης, αφού και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας παρουσιάστηκε θετικό ως προς τη διάταξη, έκανε για μια άλλη φορά μια ωραιότατη κωλοτούμπα, σαν αυτές που μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια.
Πιστεύω, ότι πάλι, μέσα σε κλίμα συναίνεσης και συνεργασίας, θα αποφασιστούν και οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες, ούτως ώστε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να γίνει πραγματικότητα το δικαίωμα ψήφου των Ελλήνων κατοίκων του εξωτερικού.
Όσον αφορά το άρθρο 62 για το ακαταδίωκτο των Βουλευτών, εμείς στο Κίνημα Αλλαγής κρίνουμε σκόπιμο ότι θα πρέπει να εναρμονιστούμε πλήρως με τα κριτήρια της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που υποστηρίζει ότι το ακαταδίωκτο μπορεί να παρέχεται μόνο για πράξεις που συνδέονται άμεσα με τα κοινοβουλευτικά καθήκοντα.
Το να αρνηθεί, λοιπόν, η Βουλή να άρει την ασυλία Βουλευτή για πράξη που δεν συνδέεται με τα παραπάνω καθήκοντα, σημαίνει ότι παραβιάζεται το δικαίωμα προσφυγής των πολιτών στη δικαιοσύνη, οι οποίοι στρέφονται εναντίον Βουλευτών. Κατά συνέπεια, παραβιάζεται και η αρχή της ισονομίας των πολιτών.
Το Κίνημα Αλλαγής, κινούμενο σ’ αυτήν τη λογική, υποστηρίζει ότι ο Βουλευτής υπάγεται στον ποινικό νόμο και μόνο αν ο ίδιος το αιτηθεί, να κινείται η διαδικασία του ακαταδίωκτου στη Βουλή. Η ευθύνη, λοιπόν, μεταφέρεται στον Βουλευτή αντί της Βουλής, που ισχύει σήμερα.
Όσον αφορά το άρθρο 86 περί ευθύνης Υπουργών, όπως και το προηγούμενο για την ασυλία των Βουλευτών, έχουν αποτελέσει τα τελευταία χρόνια της κρίσης ένα πεδίο συνταγματικού λαϊκισμού, επειδή σχετίζονται με προνόμια του πολιτικού προσωπικού.
Υπάρχει μια τάση άρσης των προνομίων, στην προσπάθεια να ανακτηθεί η χαμένη εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στην πολιτική και τους πολιτικούς.
Είναι, βέβαια, απορίας άξιο γιατί η Αναθεώρηση του Συντάγματος του 2008, όπου το ΠΑΣΟΚ είχε αποχωρήσει διαμαρτυρόμενο από την Αίθουσα του Κοινοβουλίου, τα κόμματα που ήταν τότε μέσα στη Βουλή, δηλαδή η Νέα Δημοκρατία, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και ο τότε Συνασπισμός, δεν άλλαξαν κάτι από αυτά τα άρθρα.
Αξίζει επίσης να πούμε, ότι από τις εκλογές κυρίως του 2009 και μετά -με ελάχιστες εξαιρέσεις- έχει εφαρμοστεί η πρακτική της άρσης ασυλίας.
Είναι, όμως, υψίστης σημασίας να μπορεί ο Υπουργός ή ο Βουλευτής να ασκεί το πολιτικό του έργο, χωρίς τον φόβο της συνεχούς και αδικαιολόγητης ποινικοποίησής του. Κάτι τέτοιο, θα καθιστούσε τους πολιτικούς έρμαιο κοινής συκοφάντησης και θα οδηγούσε σε κοινοβουλευτική και πολιτική απραξία.
Αυτό, λοιπόν, που ουσιαστικά θα αλλάξει το περιεχόμενο της διάταξης για την ευθύνη των Υπουργών είναι η αφαίρεση των αποσβεστικών προθεσμιών του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3, που αφορά την τέλεση των αδικημάτων.
Λέμε, λοιπόν, ΝΑΙ στην αναθεώρησή του Συντάγματος, η οποία είναι και αναγκαία, αλλά με δικλείδες που δεν θα επιτρέπουν την καιροσκοπική και δημαγωγική του χρήση.
Ευχαριστώ πολύ.