Σε αντίθεση, με άλλα κράτη της ΕΕ, στα οποία το κόστος των καυσίμων αποτελεί μόλις το 3,5% περίπου του συνολικού κόστους παραγωγής αγροτικών προϊόντων, σύμφωνα με στοιχειά της Eurostat, στην χώρα μας το ποσοστό αυτό αγγίζει περίπου το 10%. Η διαφορά αυτή οφείλεται στον αυξημένο ειδικό φόρο κατανάλωσης πετρελαίου που ισχύεις την χώρα μας. Αν και η Οδηγία 2003/96/ΕΚ επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ να θεσπίσει μηδενικά ή ελάχιστα επίπεδα φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη δασοκομία αυτό δεν έχει γίνει με ουσιαστικό και πρακτικό τρόπο που να βοηθάει τον πρωτογενή τομέα. Την κατάσταση αυτή δυσχεραίνει και η σημαντική αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος που έχει σημειωθεί την τελευταία περίοδο και εξανεμίζει το εισόδημα των αγροτών, ειδικά σε μια περίοδο με καύσωνα και παρατεταμένη ξηρασία. Η αξιοποίηση της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ γίνεται από άλλες ομοειδής παραγωγικά χώρες με αποτέλεσμα με την εφαρμογή π.χ. της παροχής αγροτικού πετρελαίου με ελάχιστο ειδικό φόρο (φθηνότερο) σε αντίθεση με την χώρα μας . που παραμένει μέσα στις δέκα χώρες με τις πιο υψηλές τιμές πώλησης πετρελαιοειδών.
Είναι προφανές ότι αυξήσεις στην ενέργεια συνθλίβουν τα εισοδήματα του πρωτογενή τομέα αφού οι παραγωγοί δεν μπορούν να απορροφήσουν πλέον αυτές τις αυξήσεις στην ενέργεια. Αυτό γιατί:
· για τους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων μονοετών ή πολυετών καλλιεργειών, οι μηχανικές καλλιέργειες είναι προκαθορισμένες και οι απαιτήσεις σε καύσιμα είναι συγκεκριμένες ανά έτος
· για τις κάθετες κτηνοτροφικές μονάδες, οι οποίες καλλιεργούν οι ίδιες εκτάσεις για την κάλυψη των αναγκών σίτισης των ζωικών τους μονάδων , αλλά και για τους κτηνοτρόφους που προμηθεύονται από τρίτους ζωοτροφές, προκύπτει τεράστιο κόστος χορτοκοπής , περισυλλογής και μεταφοράς στις σταυλικές τους εγκαταστάσεις.
· για οι μετακινήσεις των μελισσοσμηνών σε διαφορετικές περιοχές με σκοπό την βέλτιστη απόδοσή τους, απαιτούν και αυτές τεράστιες ποσότητες καυσίμων αφού οι προορισμοί είναι συγκεκριμένοι ανά εποχή και σε κάποιες περιπτώσεις αρκετά απομακρυσμένοι από τις μόνιμες κατοικίες των μελισσοκόμων.
· για την δασοκομία, η μεταφορών των δασικών προϊόντων αποτελεί πλέον τη μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση στον συγκεκριμένο κλάδο , αφού η μεταφορά τους σε αστικά κέντρα γίνεται ασύμφορη.
· για την Αλιεία η μετακίνηση από και προς της περιοχές αλίευσης απαιτεί σημαντικές ποσότητες καυσίμων
Προκύπτει λοιπόν εύκολα το συμπέρασμα ότι σε όλους του κλάδους του πρωτογενή τομέα δημιουργείται τεράστια οικονομική επιβάρυνση λόγω των υψηλών φόρων κατανάλωσης πετρελαιοειδών, καθιστώντας μη ανταγωνιστικά τα Ελληνικά προϊόντα, οδεύοντας χονδρεμπόρους και καταναλωτές να αναζητήσουν οικονομικότερα προϊόντα από άλλες χώρες.
Δεδομένων των παραπάνω κρίνεται απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για την μείωση του κόστους ενέργειας για τον πρωτογενή τομέα πριν είναι αργά. Η θέσπιση μειωμένου ειδικού φόρου κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο ή η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης με απώτερο σκοπό την οικονομική ενίσχυση του πολύπαθου πρωτογενή τομέα είναι ένα μέτρο που έχει μελετηθεί αρκετά και μπορεί άμεσα να εφαρμοσθεί.
Μετά τα παραπάνω ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί :
1) Προτίθεσθε να λάβετε μέτρα μείωσης του κόστους ενέργειας στον πρωτογενή τομέα;
2) Προτίθεσθε άμεσα με νομοθετική ρύθμιση να θέσετε σε εφαρμογή μειωμένου ειδικού φόρου κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο ή η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης
Αθήνα, 08 Σεπτεμβρίου 2021
Οι Ερωτώντες Βουλευτές
Απόστολος Πάνας
Ανδρέας Πουλάς
Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος
Βασίλης Κεγκέρογλου
Γεώργιος Αρβανιτίδης
Νάντια Γιαννακοπούλου
Χρήστος Γκόκας
Χαράλαμπος Καστανίδης
Μιχάλης Κατρίνης
Χαρά Κεφαλίδου
Δημήτριος Κωνσταντόπουλος
Ευαγγελία Λιακούλη
Ανδρέας Λοβέρδος
Γεώργιος Μουλκιώτης
Μπουρχάν Μπαράν
Κωνσταντίνος Σκανδαλίδης
Γεώργιος Φραγγίδης