Ο βασικός τροφοδότης ενός ασφαλιστικού συστήματος, ανεξάρτητα από τη φιλοσοφία που το διέπει, είναι οι εργαζόμενοι με τις εισφορές τους. Στην αντίπερα όχθη, το δημογραφικό πρόβλημα, η ανεργία και το έλλειμμα ανάπτυξης, είναι παράγοντες που δρουν υπονομευτικά για τη βιωσιμότητά του.
Οι δημογραφικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα είναι απογοητευτικές. Ο πληθυσμός μας γερνάει και συρρικνώνεται, από το 2011 οι θάνατοι υπερτερούν σταθερά των γεννήσεων ενώ οι μεταναστευτικές ροές προς το εξωτερικό και το braindrain καλά κρατούν.
Παράλληλα, το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ανεβαίνουν, έχουμε γήρανση του εργατικού δυναμικού και συνεπώς χαμηλή παραγωγικότητα, ο οικονομικά ανενεργός πληθυσμός αυξάνεται έναντι του οικονομικά ενεργού και παραγωγικού, κι έτσι κάπως ροκανίζονται τα θεμέλια του ασφαλιστικού συστήματος και της κοινωνικής συνοχής.
Η πρόσφατη νομοθετική απόπειρα αντιμετώπισης του δημογραφικού από την κυβέρνηση, έμοιαζε καθρεφτάκι για ιθαγενείς. Δε αποτελούσε σχέδιο ολοκληρωμένης δημογραφικής πολιτικής ενώ εξαντλούνταν σε επίπεδο επιδομάτων και μάλιστα με περιοριστικούς όρους.
Αντίθετα, η παράταξή μας, έχει κάνει συγκεκριμένη και ολοκληρωμένη πρόταση νόμου για το δημογραφικό, οποία δυστυχώς δεν έχει εισακουσθεί.
Με κύριο μέλημα την ενίσχυση της αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας, πράξαμε ανάλογα και στο φορολογικό, με πρόταση που στόχευε στην παροχή κινήτρων για επενδύσεις και νέες προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα.
Χωρίς ανάπτυξη και εργαζόμενους, δε μπορούμε να μιλάμε για βιώσιμο ασφαλιστικό. Το ίδιο και χωρίς νέους πόρους.
Οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι. Το Ταμείο Αλληλεγγύης Γενεών, που νομοθετήθηκε μετά από πρότασή μας το 2013, αποσκοπούσε στη δημιουργία αποθεματικού και υποδείκνυε την άντληση πόρων από την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας. Νέοι πόροι για το ασφαλιστικό μπορούν να προκύψουν επίσης από την εκμετάλλευση της Δημόσιας περιουσίας.
Το σχέδιο νόμου για το ασφαλιστικό, που φέρνει προς ψήφιση η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όχι μόνο δεν καταργεί τον νόμο Κατρούγκαλου, όπως προεκλογικά είχε υποσχεθεί ο κ. Μητσοτάκης αλλά αντιθέτως τον ισχυροποιεί. Πρόκειται για ένα αποσπασματικό νομοθέτημα, κατώτερο των προσδοκιών και της σοβαρότητας των περιστάσεων. Δεν αποτελεί μεταρρύθμιση. Αυτό λέει στη γνωμοδότησή του το Ελεγκτικό Συνέδριο, κάνοντας λόγο για υιοθέτηση των ρυθμίσεων του ν. 4387/2016 και επουσιώδεις τροποποιήσεις αυτού σε συγκεκριμένες διατάξεις που κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η απαιτούμενη μεταρρύθμιση, που έχει ανάγκη η χώρα, θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με όρους συνεργασίας και εξωστρέφειας, μέσα από ένα διάλογο με την κοινωνία των πολιτών, τους κοινωνικούς, τους επιστημονικούς, τους πολιτικούς φορείς. Αυτό όμως δεν έγινε. Υπενθυμίζω ότι η δική μας ασφαλιστική μεταρρύθμιση το 2010, ήταν προϊόν πολύμηνης διαβούλευσης, εμπεριστατωμένης μελέτης και προσεκτικού σχεδιασμού.
Το νομοσχέδιο της Νέας Δημοκρατίας, δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να είναι επιτυχημένο.
Δεν εξασφαλίζει τη δικαιοσύνη και τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, ούτε την αξιοπρέπεια των συνταξιούχων.
Δεν λαμβάνει υπόψη τις νέες συνθήκες και την ύπαρξη πλεονασμάτων.
Δεν προβλέπει κατώτατο όριο και ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για τους συνταξιούχους.
Δεν επαναφέρει το ΕΚΑΣ.
Δημιουργεί συνταξιούχους πολλών ταχυτήτων.
Διατηρεί τα αυξημένα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης του νόμου Κατρούγκαλου, χωρίς εξαιρέσεις.
Δεν καταργεί τη διάταξη που συσχετίζει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής.
Διατηρεί τις μειώσεις στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, καθώς και στις χηρείας και στις αναπηρικές.
Δεν καταργεί τη διάταξη για περαιτέρω μείωση του εφάπαξ.
Δεν επεκτείνει τη λίστα των βαρέων και ανθυγιεινών που εκκρεμεί από το 2011.
Διατηρεί τα πολύ χαμηλά ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου για τη μεγάλη πλειοψηφία των συνταξιούχων, όσους δηλαδή έχουν μέχρι 30 χρόνια υπηρεσίας.
Διατηρεί τις αδικίες για τις συντάξεις των ομογενών μας από την Αλβανία και τον Πόντο.
Καταργεί τη δήθεν 13η σύνταξη που έδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο κάθε συνταξιούχος θα δει αύξηση στη σύνταξή του. Πρακτικά όμως, αυτοί που ενδεχομένως δε θα δουν μείωση στη σύνταξή τους είναι αυτοί που έχουν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης και μέχρι 40. Μιλάμε για 565.000 ασφαλισμένους. Και από αυτούς, μόνο οι 65.000 θα δουν κάποια μικρή αύξηση ύψους 3%. Η πλειονότητα των ασφαλισμένων, που έχουν μέχρι 30 χρόνια ασφάλισης ή πάνω από 40, δε θα δουν τίποτα.
Δημιουργείται ο e- ΕΦΚΑ, μετά την ενσωμάτωση του ΕΤΕΑΕΠ. Για τη διοίκησή του δημιουργείται ένα πολυπληθές δυσκίνητο μοντέλο, που με βάση τα δεδομένα της έλλειψης προσωπικού, του ακατάλληλου λογισμικού και των εκκρεμών συντάξεων που αυξάνονται κατά 4.000 κάθε μήνα, μοιάζει περισσότερο με επικοινωνιακό προϊόν και λιγότερο με ευέλικτο φορέα προς όφελος των πολιτών.
Κυρίως, το νομοσχέδιο δεν προνοεί και δεν εγγυάται ένα καλό μέλλον στη νέα γενιά.
Το πραγματικό διακύβευμα, όμως, για ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα αφορά κυρίως τις νεότερες γενιές. Ακόμα κι αν καταφέρναμε να βγούμε από την κρίση άμεσα, θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε τη γήρανση του πληθυσμού. Τα παιδιά μας είναι αυτά που θα τροφοδοτήσουν με τις εισφορές τους τη σύνταξή μας. Γι αυτό, θα πρέπει να ζήσουν και να παράξουν στην Ελλάδα. Οφείλουμε να κάνουμε τη χώρα μας ελκυστική στους νέους.