Το ξέσπασμα της πανδημίας ήταν αρχικά μία απρόβλεπτη κατάσταση. Στην πρώτη φάση, που το ζητούμενο ήταν η ταχύτητα λήψης μέτρων, η κατάσταση αντιμετωπίστηκε καλά. Στο δεύτερο και τρίτο κύμα, που το διακύβευμα ήταν να παραμείνει όρθια η κοινωνία και ζωντανή η οικονομία, αποδείχθηκε ότι η κυβέρνηση δεν διέθετε επάρκεια μηχανισμού. Η περίοδος χάριτος, όμως, παρήλθε προ πολλού. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την αρχή της πανδημίας, η επιστημονική γνώση και η εμπειρία που αποκτήθηκαν, δε δικαιολογούν την αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης.
Αδιάψευστος μάρτυρας της ανεπάρκειας των κυβερνητικών μέτρων, της έλλειψης οργάνωσης και καλής προετοιμασίας, είναι η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη χώρα και οι πιέσεις που ασκούνται στο εθνικό σύστημα υγείας. Οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) ασφυκτιούν, πολλοί συνάνθρωποί μας νοσηλεύονται διασωληνωμένοι σε θαλάμους. Παρά την επιστράτευση της τελευταίας στιγμής γιατρών από τον ιδιωτικό τομέα, οι ελλείψεις σε γιατρούς παραμένουν μεγάλες. Η κυβέρνηση δεν πήρε το μάθημά της από το πρόβλημα που δημιουργήθηκε στη Β. Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη. Δεν οργάνωσε κλίνες ΜΕΘ, δεν ενημέρωσε επαρκώς τους πολίτες, δεν ενεργοποίησε επαρκώς την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας στη διαδικασία πρόληψης, πληροφόρησης και εμβολιασμού. Αν και ο Πρωθυπουργός στις αρχές του χρόνου ανακοίνωσε ότι μέχρι τέλος Μαρτίου θα έχουν εμβολιαστεί 4 εκατομμύρια πολίτες, μέχρι σήμερα έχουν εμβολιαστεί 1 εκατ. 600 χιλιάδες, από τους οποίους μόνο οι 600 χιλιάδες έχουν κάνει και τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο εμβολιασμών στην Ευρώπη, ενώ είχαμε και φαινόμενα προτεραιοποίησης «ημετέρων». Ο συνωστισμός στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, βασική αιτία αυξημένης μετάδοσης του ιού, δεν αντιμετωπίστηκε.
Η ανεπάρκεια της κυβέρνησης, όμως, δεν εξαντλείται στον τομέα της υγείας. Η οικονομία βάλλεται σκληρά από την πανδημία. Στον αντίποδα της πρότασης του Κινήματος Αλλαγής για ασφαλές άνοιγμα κατά περιοχές με βάση την επιδημιολογική εικόνα κάθε περιοχής, ακολουθήθηκαν οριζόντια περιοριστικά μέτρα σε όλη τη χώρα, απανωτά lockdownsακορντεόν και το πιο παρατεταμένο και αποτυχημένο lockdownτης Ευρώπης. Όλα αυτά δε βοήθησαν στην επανεκκίνηση της οικονομίας, αντίθετα ενέτειναν την αμφισβήτηση και το κλίμα δυσπιστίας των πολιτών. Οι εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις δε στηρίχθηκαν επαρκώς.
Ο τουρισμός, που παραδοσιακά αποτελεί έναν από τους κύριους τροφοδότες της ελληνικής οικονομίας, έχει ακινητοποιηθεί επί μακρόν, με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα της καλοκαιρινής σεζόν. Παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις, η κυβέρνηση δεν έχει πείσει ακόμα ότι διαθέτει ένα πλήρες σχέδιο ασφαλούς ανοίγματος και ανάκαμψης του τουρισμού. Καμία ενέργεια δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί για την ενίσχυση των υγειονομικών δομών στους τουριστικούς προορισμούς, οι εργαζόμενοι στον τουρισμό δεν έχουν εμβολιαστεί και οι πύλες εισόδου στη χώρα για τον οδικό τουρισμό δεν έχουν ενισχυθεί σε στελέχη και εξοπλισμό. Η στήριξη στις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους του κλάδου πρέπει να είναι ουσιαστική, ώστε να γίνει η μετάβαση στην επόμενη μέρα χωρίς εκτεταμένες απώλειες.
Η ευκαιρία που δίνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τα κράτη – μέλη για την ενίσχυση της οικονομίας τους και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, δια μέσου των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι μοναδική και δεν πρέπει να πάει χαμένη. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση παρουσίασε το «Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας - Ελλάδα 2.0», όπου περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο θα αξιοποιηθούν τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Ένα σχέδιο – έκθεση ιδεών χωρίς τεκμηρίωση, που διαμορφώθηκε χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των φορέων της, ένα σχέδιο που αφορά τους λίγους και όχι τους πολλούς. Ένα σχέδιο που αποτυγχάνει να συνεισφέρει στην πολυπόθητη μετατροπή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, που στερείται διαρθρωτικών αλλαγών, προοδευτικών μεταρρυθμίσεων και αναγκαίων εκσυγχρονισμών.