Η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών αποτελεί ένα ζήτημα δημόσιας υγείας, ο τρόπος αντιμετώπισής του άπτεται των ανθρώπινων δικαιωμάτων και δεν μπορεί να εστιάζεται στην ποινική καταστολή.
Η δραματική περιστολή των δημοσίων δαπανών στο χώρο των ψυχοδραστικών ουσιών έχει φέρει σε αδιέξοδο μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας.
Άλλωστε, τα χρόνια της πανδημίας όρθωσαν ακόμα μεγαλύτερα εμπόδια για τους χρήστες, μιας και η εκ του σύνεγγυς παρακολούθηση θεραπευτικών προγραμμάτων υπήρξε δυσχερής έως αδύνατη.
Η συνύπαρξη μάλιστα, λοιμώξεων HIV, ηπατίτιδας C και αστεγίας έχει προκαλέσει μια θλιβερή εκτόξευση της θνησιμότητας.
Χρειάζονται βιώσιμες πρακτικές και στοχευμένες πολιτικές κατά της διακίνησης των ναρκωτικών και του οργανωμένου εγκλήματος. Απαιτούνται νομοθετικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων πρόληψης και αποτοξίνωσης των χρηστών.
Είναι ευθύνη της πολιτείας να απλώσει το χέρι, να προσφέρει την ελπίδα και τη δυνατότητα για ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή.